Εγχειρίδα Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΕΠΙΤΟΠΙΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
Αθήνα, Νοέμβριος 2025
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (εφεξής «ΕΚ») είναι η αρμόδια αρχή για την εποπτεία της τήρησης του δικαίου της κεφαλαιαγοράς στην Ελλάδα. Συστάθηκε ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) με το ν. 1969/1991, οργανώθηκε και ξεκίνησε να λειτουργεί με την τρέχουσα μορφή της με το ν. 2324/1995, σε ανταπόκριση ευρωπαϊκής επιταγής για την προστασία του επενδυτικού κοινού, την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, τον περιορισμό του συστημικού κινδύνου και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς της αγοράς, η οποία αποτελεί σημαντικό μοχλό ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Αποτελεί αυτοχρηματοδοτούμενο ΝΠΔΔ με δικούς του πόρους και δικό του προϋπολογισμό, που λειτουργεί αποκλειστικά χάριν του δημοσίου συμφέροντος και απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας και διοικητικής αυτοτέλειας. Η Ε.Κ., μεταξύ άλλων, εποπτεύει ημεδαπούς και αλλοδαπούς φορείς που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων περιλαμβανομένων και των εναλλακτικών επενδύσεων, καθώς και τους διαχειριστές τους, παρόχους κρυπτοστοιχείων, τις εισηγμένες εταιρίες ως προς την τήρηση των υποχρεώσεων διαρκούς και περιοδικής πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού για τις ίδιες τις εταιρίες και τις θυγατρικές τους, τα στελέχη τους και τους μετόχους τους. Στο πλαίσιο αυτό η Ε.Κ. ελέγχει την εφαρμογή της νομοθεσίας σε περιπτώσεις δημοσίων προτάσεων, δημοσίων προσφορών ή εισαγωγής κινητών αξιών σε ρυθμιζόμενη αγορά, συμπεριλαμβανομένων α) του ελέγχου ως προς το περιεχόμενο των ενημερωτικών και πληροφοριακών δελτίων και β) της αξιολόγησης διαφημίσεων, γνωστοποιήσεων, δηλώσεων ή ανακοινώσεων, με σκοπό την προσέλκυση του κοινού για επένδυση χρηματικών ποσών σε κάθε είδους κινητές αξίες. Επιπρόσθετα, εξετάζει δειγματοληπτικά τις οικονομικές καταστάσεις των εισηγμένων εταιρειών ως προς την τήρηση των προϋποθέσεων διαφάνειας και ελέγχει την οριστική χρήση των κεφαλαίων που άντλησαν από την κεφαλαιαγορά, σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στο σχετικό ενημερωτικό δελτίο, τις αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων και τις ανακοινώσεις τους. Παρακολουθεί παράλληλα τη συμμόρφωση των εταιρειών με τη νομοθεσία περί εταιρικής διακυβέρνησης και βιώσιμης ανάπτυξης. Αναφορικά με την τήρηση της νομοθεσίας περί κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών και χειραγώγησης της αγοράς, παρακολουθεί τη συμπεριφορά των εταιρειών κι εν γένει των συμμετεχόντων στις αγορές, τόσο ως προς τις εντολές και συναλλαγές επί χρηματοπιστωτικών μέσων, όσο και σε αναφορά προς τα οικονομικά τους στοιχεία καθώς και τις ανακοινώσεις τους και τυχόν δημοσιεύματα που τους αφορούν. Η ΕΚ εποπτεύει όλους τους Έλληνες και αλλοδαπούς δραστηριοποιούμενους στην ελληνική κεφαλαιαγορά φορείς και επενδυτές για θέματα κατάχρησης αγοράς (χειραγώγηση της αγοράς και κατάχρηση προνομιακής πληροφορίας). Ελέγχει τη συμμόρφωση των εποπτευόμενων προσώπων ως προς το πλαίσιο της αντιμετώπισης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στους εποπτευόμενους από την Ε.Κ. φορείς περιλαμβάνονται, επίσης, οι ρυθμιζόμενες αγορές, οι Πολυμερείς Μηχανισμοί Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) και οι φορείς εκκαθάρισης (Κεντρικοί Αντισυμβαλλόμενοι) και το Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων. Επιπλέον, σύμφωνα με τον ν.4335/2015 (Οδηγία 2014/59/ΕΕ), όπως τροποποιήθηκε από τον ν. 5042/2023 (Κανονισμός ΕΕ 2021/23) συστάθηκε εντός της Ε.Κ., η Επιτροπή Λήψης Μέτρων Εξυγίανσης, (εφεξής «ΕΛΜΕ»), η οποία είναι αρμόδια για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων, των επιχειρήσεων επενδύσεων και των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Η ΕΛΜΕ, για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων της, επικουρείται και υποστηρίζεται από τη Μονάδα Εξυγίανσης Επιχειρήσεων Επενδύσεων και Κεντρικών Αντισυμβαλλομένων της Ε.Κ, ενώ, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, δεν υπόκειται σε οδηγίες ή εντολές κανενός άλλου οργάνου της Ε.Κ. ή οποιουδήποτε άλλου κρατικού οργάνου. Η Ε.Κ., παρακολουθεί τις εγχώριες και διεθνείς εξελίξεις και την ερευνητική δραστηριότητα στα θέματα κεφαλαιαγορών, εκπονεί μελέτες, όπου κρίνεται σκόπιμο και πιστοποιεί την καταλληλότητα προσώπων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Εξυπηρετεί τους πολίτες και διερευνά έγγραφες καταγγελίες επενδυτών, οι οποίες ενδέχεται να αφορούν παραβάσεις της νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά και επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις. Τέλος, η ΕΚ συμμετέχει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΚΑΑ – ESMA) και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εποπτικών Αρχών της Κεφαλαιαγοράς (IOSCO). Η ΕΚ ασκεί τις ελεγκτικές της αρμοδιότητες (ελέγχους) στα ανωτέρω θεματικά πεδία διαθέτοντας ένα ευρύ φάσμα εξουσιών, μεταξύ των οποίων, και η διενέργεια επιτόπιων ελέγχων. 1. Σκοπός του Εγχειριδίου Το παρόν εγχειρίδιο εκπονήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 5193/2025 βάσει των οποίων προστίθεται η παράγραφος 13Α στο άρθρο 35 του ν. 2324/1995 και περιγράφει τη διαδικασία και τις βασικές αρχές, που διέπουν τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων των εποπτευόμενων προσώπων (φυσικών ή νομικών) στον τομέα της κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο. Το εγχειρίδιο δεν παρέχει λεπτομερή και εξαντλητική περιγραφή της διαδικασίας. Πρωταρχικός σκοπός του είναι να διασφαλίσει μια συνεπή και αποτελεσματική προσέγγιση στη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων, μέσω της συμμόρφωσης στις αρχές και τη διαδικασία διαφάνειας. 2. Πεδίο Εφαρμογής του Εγχειριδίου Το παρόν εγχειρίδιο εφαρμόζεται σε όλες τις εταιρείες που τελούν υπό την εποπτεία της Ε.Κ., συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, υπηρεσίες παροχής κρυπτοστοιχείων, υπηρεσίες συμμετοχικής χρηματοδότησης, των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων και των εναλλακτικών επενδύσεων και των διαχειριστών τους, των εισηγμένων εταιρειών (ως προς τις υποχρεώσεις διαφάνειας και ενημέρωσης των επενδυτών), των διαχειριστών τόπων διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και συστημάτων εκκαθάρισης και αποθετηρίων. Επίσης, εφαρμόζεται στις περιπτώσεις προσώπων που ασκούν δραστηριότητα που προϋποθέτει άδεια ή με οποιοδήποτε τρόπο προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. 3. Επιτόπιοι έλεγχοι Ο σκοπός των επιτόπιων ελέγχων είναι να διασφαλίσουν ότι τα εποπτευόμενα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά), καθώς και τα άτομα που ενεργούν για λογαριασμό τους, συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές ορίζονται από το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο. Οι επιτόπιοι έλεγχοι μπορεί να στοχεύουν σε ένα συγκεκριμένο πεδίο ή να καλύπτουν γενικά τις δραστηριότητες ενός εποπτευόμενου προσώπου και μπορεί να είναι τακτικοί ή έκτακτοι. 4. Κανονιστικό Πλαίσιο Οι επιτόπιοι έλεγχοι διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπουν τις εξουσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην εκάστοτε τομεακή νομοθεσία, όπως ενδεικτικά παρατίθεται ακολούθως: α) επιτόπιοι έλεγχοι σε ΑΕΠΕΥ και ΑΕΕΔ: τις διατάξεις των άρθρων 67 και 78 του ν. 4514/2018 και 78 παρ. 1 στοιχ. δ΄του ν. 1969/1991, όπως ισχύει, καθώς και της παρ.12 του άρθρου 76 του ν.1969/1991 σχετικά με το θέμα παρεμπόδισης του ελέγχου, β) επιτόπιοι έλεγχοι σε ΑΕΔΑΚ: τις διατάξεις του άρθρου 93 του ν. 4099/2012 και του άρθρου 94 παρ. 3 ν. 4099/2012 ως προς το θέμα παρεμπόδισης ελέγχου, γ) επιτόπιοι έλεγχοι σε ΑΕΔΟΕΕ: τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν.4209/2013, άρθρου 65 παρ. 1 περ. 1δ του ν. 4706/2020 και του άρθρου 45 παρ. 2 του ν. 4209/2013 ως προς το θέμα παρεμπόδισης ελέγχου, δ) επιτόπιοι έλεγχοι σε ΑΕΕΑΠ: διατάξεις του άρθρου 59 παρ. 1 και 2 του ν. 5193/2025 και του άρθρου 78 παρ. 1 στοιχ. δ΄του ν. 1969/1991, ε) επιτόπιοι έλεγχοι στον Διαχειριστή τόπων διαπραγμάτευσης (πχ ρυθμιζόμενες αγορές όπως ATHEX και ΗΔΑΤ), στους φορείς εκκαθάρισης (όπως το AthexClear), και στα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (όπως, το AthexCSD): τις διατάξεις των άρθρων 67 και 78 του ν. 4514/2018, των άρθρων 21 και 22 του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 (EMIR), του άρθρου 24 του ν. 4569/2018, των άρθρων 22 και 24 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014 (CSDR) και του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/394, καθώς και των άρθρων 69 παρ. 4 και παρ. 5 του ν. 4514/2018, του άρθρου 38δ’ του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 (MiFIR), του άρθρου 102 παρ. 2 του ν. 4209/2013 και του άρθρου 25 του ν. 4569/2018 σχετικά με το θέμα παρεμπόδισης του ελέγχου, στ) επιτόπιοι έλεγχοι σε παρόχους κρυπτοστοιχείων: τις διατάξεις του άρθρου 104 παρ. 2 στοιχ. ιθ’ του ν. 5193/2025 και του άρθρου 106 παρ. 2 στοιχ. στ’ σχετικά με το θέμα παρεμπόδισης του ελέγχου ζ) επιτόπιοι έλεγχοι σε παρόχους υπηρεσιών συμμετοχικής χρηματοδότησης: τις διατάξεις του άρθρου 152 παρ. 1 (γ) του νόμου 4920/2022.
5. Αρχές που διέπουν τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων Οι επιτόπιοι έλεγχοι διενεργούνται με βάση τις ακόλουθες αρχές :
Οι αρχές αυτές διασφαλίζουν ότι οι επιτόπιοι έλεγχοι της Ε.Κ. διεξάγονται με ακεραιότητα, αποτελεσματικότητα και σεβασμό προς και από τα ελεγχόμενα πρόσωπα, διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση στο ρυθμιστικό πλαίσιο και ενισχύοντας την εμπιστοσύνη σε αυτό, προστατεύοντας τελικά την ακεραιότητα της αγοράς και τους επενδυτές. 6. Διενέργεια επιτόπιων ελέγχων
Εκτός από τη διενέργεια ελέγχων που ασκούνται εξ αποστάσεως από την έδρα της, η Ε.Κ. δύναται να διενεργεί και επιτόπιους ελέγχους.
6.1. Εντολή επιτόπιου ελέγχου – Προετοιμασία επιτόπιου ελέγχου Οι επιτόπιοι έλεγχοι διενεργούνται ύστερα από έγγραφη εντολή του Προϊσταμένου της αρμόδιας υπηρεσιακής μονάδας / Διεύθυνσης, που δίνεται είτε αυτεπάγγελτα, είτε ύστερα από σχετική εισήγηση του Προϊσταμένου του αρμόδιου Τμήματος, είτε ύστερα από έγγραφη εντολή του Γενικού Διευθυντή, ή της Εκτελεστικής Επιτροπής (Ε.Ε.), ή του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.). Στην εντολή αυτή δίνονται οδηγίες για το αντικείμενο και το εύρος του ελέγχου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και μπορεί να ορίζεται προθεσμία για την ολοκλήρωση του ελέγχου. Κατά την έναρξη του επιτόπιου ελέγχου, επιδίδεται στο ελεγχόμενο πρόσωπο έγγραφη εντολή ελέγχου, αρμοδίως υπογεγραμμένη, η οποία, αναφέρει την ημερομηνία έκδοσής της, το αντικείμενο ελέγχου, την απόφαση διενέργειας επιτόπιου ελέγχου και το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητα των προσώπων που θα διενεργήσουν τον επιτόπιο έλεγχο, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής, για τις περιπτώσεις που έχει ορισθεί. Το αρμόδιο στέλεχος της εποπτευομένης εταιρείας θα υπογράφει σε αντίγραφο της ως άνω εντολής κατά την επίδοσή της από το κλιμάκιο ελέγχου της Ε.Κ. Το εν λόγω αντίγραφο θα τηρείται στο φάκελο του ελέγχου. Οι επιτόπιοι έλεγχοι διενεργούνται πάντοτε από τουλάχιστον δύο πρόσωπα. Οι υπάλληλοι της Ε.Κ. που διενεργούν τους επιτόπιους ελέγχους, μπορεί να έχουν την ειδικότητα του ελεγκτή ή/και του οικονομολόγου ή/και του νομικού ή/και του ειδικού σε θέματα πληροφορικής. Για την συμμετοχή ειδικού σε θέματα πληροφορικής, όπου κρίνεται απαραίτητο, ζητείται η συνδρομή του από την αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ζητά συνδρομή από άλλες Αρχές ή Υπηρεσίες, όπως για παράδειγμα η Οικονομική Αστυνομία, η ΑΑΔΕ, η Τράπεζα της Ελλάδος, για τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων, με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας ή/και τη λήψη εξειδικευμένης τεχνογνωσίας κατά την άσκηση της εποπτικής λειτουργίας. Σε αυτές τις ειδικές περιπτώσεις στο κλιμάκιο επιτόπιου ελέγχου δύναται να συμμετέχουν στελέχη άλλων Αρχών ή Υπηρεσιών, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Το αίτημα υποβάλλεται γραπτώς στις άλλες Αρχές ή Υπηρεσίες βάσει της κείμενης νομοθεσίας ή/και Πρωτοκόλλων Συνεργασίας που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει ενδεχομένως συνάψει με αυτές τις Αρχές ή Υπηρεσίες και περιλαμβάνει τον σκοπό του επιτόπιου ελέγχου, το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο, το απαιτούμενο είδος συνδρομής και το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα επιτόπιου ελέγχου. Τα Πρωτόκολλα Συνεργασίας εξειδικεύουν την ακολουθούμενη διαδικασία παροχής συνδρομής μεταξύ των συμβαλλομένων Αρχών/Υπηρεσιών και περιλαμβάνουν ρυθμίσεις εμπιστευτικότητας και διαχείρισης του επαγγελματικού απορρήτου και προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Πριν την έναρξη του επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι συνεργαζόμενες άλλες Αρχές ή Υπηρεσίες δύνανται να συμφωνούν εγγράφως τους ρόλους, τις ευθύνες και τον επικεφαλής του μικτού κλιμακίου επιτόπιου ελέγχου με σαφή κατανομή καθηκόντων μεταξύ των ελεγκτικών αρχών και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα της Ε.Κ. που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο αναλαμβάνουν καθήκοντα εντός πλαισίου των νόμιμων αρμοδιοτήτων τους. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 11 του ν. 2324/1995 και σε ειδικές περιπτώσεις το Δ.Σ. της Ε.Κ. δύναται να αποφασίσει τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων από τρίτα πρόσωπα, μετά από έγγραφη σύμβαση εξωτερικής ανάθεσης, η οποία, σε κάθε περίπτωση θα εξασφαλίζει την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου.
6.2. Επιτόπιος έλεγχος
6.2.1 Διενέργεια επιτόπιου ελέγχου Κατά τη διενέργεια ενός επιτόπιου ελέγχου, τα πρόσωπα που διενεργούν τον έλεγχο, μπορούν να ζητήσουν από το ελεγχόμενο πρόσωπο, οποιοδήποτε στοιχείο / πληροφορία κρίνουν ότι θα συμβάλει στην ομαλή διεξαγωγή και ολοκλήρωση του ελέγχου (ενδεικτικά: έγγραφα, βιβλία, στοιχεία ή άλλα δεδομένα οποιασδήποτε μορφής (έγγραφης, ηλεκτρονικής, μαγνητικής ή άλλης), όπου κι αν τηρούνται, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης, επεξεργασίας και μεταφοράς δεδομένων) ή/και να προβούν σε κατάσχεση τους στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται (συντάσσοντας την απαιτούμενη έκθεση κατάσχεσης). Οι εποπτευόμενοι είναι υποχρεωμένοι να θέσουν στη διάθεση των ελεγκτών κατάλληλους εκπροσώπους ή μέλη του προσωπικού για τη διευκόλυνση του έργου τους, όχι μόνο για την παροχή επεξηγήσεων όσον αφορά την οργάνωση της επιχείρησης και το περιβάλλον πληροφορικής, αλλά και για συγκεκριμένες ενέργειες. Είτε περιοδικά, είτε κατά τη λήξη του επιτόπιου ελέγχου, είτε μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (που πραγματοποιείται κατά τον επιτόπιο έλεγχο) παραδίδεται από τον εποπτευόμενο στο κλιμάκιο ελέγχου υπογεγραμμένη επιστολή που απαριθμεί τα έγγραφα που ζητήθηκαν και παραδόθηκαν κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου και τυχόν υφιστάμενες εκκρεμότητες, δηλαδή έγγραφα που ζητήθηκαν και δεν κατέστη εφικτό να παραδοθούν εκείνη τη στιγμή. Το κλιμάκιο ελέγχου συνυπογράφει αντίγραφο της εν λόγω επιστολής ότι παρέλαβε τα εν λόγω έγγραφα κάνοντας μνεία του χρόνου παραλαβής καθώς του χρόνου που αναμένεται να ληφθούν τα έγγραφα που είναι σε εκκρεμότητα. Τα στοιχεία του επιτόπιου ελέγχου τηρούνται από τα πρόσωπα που διενεργούν τον έλεγχο, σε έντυπη/έγγραφη ή/και ηλεκτρονική μορφή. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου αρχειοθετούνται στην αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα. Εξ αφορμής των ευρημάτων ενός επιτόπιου ελέγχου και σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 12 του Ν. 1969/1991, τα εντεταλμένα όργανα της Ε.Κ., στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, δύνανται να καλούν και να λαμβάνουν ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο, με σκοπό την απόκτηση πληροφοριών, ακολουθώντας την προβλεπόμενη, στο άρθρο 36 παρ. ζ του Ν. 4443/2016, διαδικασία.
Σε περιπτώσεις που ο επιτόπιος έλεγχος διενεργείται από τρίτα πρόσωπα, μέσω σύμβασης εξωτερικής ανάθεσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 παρ. 11 του ν. 2324/1995, η αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα της Ε.Κ. έχει πλήρη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στα στοιχεία ελέγχου, τα οποία και παραλαμβάνει μαζί με την έκθεση ελέγχου, μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου.
6.2.2. Παρεμπόδιση επιτόπιου ελέγχου Σύμφωνα με το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο το Δ.Σ. της Ε.Κ. επιβάλλει πρόστιμο στον εποπτευόμενο σε περίπτωση μη συνεργασίας ή παρακώλυσης των προσώπων που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο με οιονδήποτε τρόπο ή παροχής ψευδών στοιχείων ή απόκρυψης αληθών πληροφοριών κατά την έναρξη του επιτόπιου ελέγχου, καθ’όλη τη διάρκειά του και έως την ολοκλήρωση αυτού. Σε περίπτωση μη συνεργασίας, παρακώλυσης των προσώπων που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο με οιονδήποτε τρόπο, παροχής ψευδών στοιχείων ή απόκρυψης αληθών πληροφοριών κατά την έναρξη του ελέγχου, το κλιμάκιο ελέγχου αναγράφει στην ως άνω εντολή ελέγχου ότι συντρέχει περιστατικό παρεμπόδισης ελέγχου και ενημερώνει άμεσα την αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα της Ε.Κ. Σε περίπτωση μη συνεργασίας, παρακώλυσης των προσώπων που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο με οιονδήποτε τρόπο, παροχής ψευδών στοιχείων ή απόκρυψης αληθών πληροφοριών μετά την έναρξη του επιτόπιου ελέγχου και μέχρι την ολοκλήρωση αυτού, το είδος της παρεμπόδισης και τα πρόσωπα καταγράφονται από τους διενεργούντες τον επιτόπιο έλεγχο στην έκθεση ελέγχου και ενημερώνεται άμεσα η αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα της Ε.Κ. Συνακόλουθα, ο βαθμός συνεργασίας των εποπτευομένων προσώπων με την Ε.Κ. κατά το στάδιο ελέγχου, λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό του είδους και του ύψους της τυχόν επιβαλλόμενης διοικητικής κύρωσης ή άλλου διοικητικού μέτρου που τυχόν επιβληθεί για παράβαση της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς. Η τυχόν μη σχετική συνδρομή των ελεγχόμενων προσώπων στα πρόσωπα που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο, τιμωρείται κατά περίπτωση σύμφωνα και με τις κείμενες ποινικές διατάξεις.
6.3. Έκθεση επιτόπιου ελέγχου Μετά το πέρας του επιτόπιου ελέγχου τα πρόσωπα που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο της εκάστοτε υπόθεσης, συντάσσουν, εφόσον αυτό απαιτείται, έκθεση επιτόπιου ελέγχου. Σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες στο κλιμάκιο ελέγχου συμμετείχαν στελέχη άλλων Αρχών ή Υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα η Οικονομική Αστυνομία, η ΑΑΔΕ, η Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον κρίνεται αναγκαίο και βάσει της κείμενης νομοθεσίας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, κατόπιν αιτήματός της, να ζητήσει εγγράφως ή ηλεκτρονικά στοιχεία/ευρήματα από την άλλη Αρχή ή Υπηρεσία, με την οποία διενήργησε από κοινού επιτόπιο έλεγχο, προκειμένου αυτά να αξιολογηθούν περαιτέρω. Στις ειδικές αυτές περιπτώσεις συνδρομής του κλιμακίου ελέγχου από στελέχη άλλων Αρχών ή Υπηρεσιών η έκθεση επιτόπιου ελέγχου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να επισκοπείται αλλά δεν προσυπογράφεται από τα στελέχη των άλλων Αρχών ή Υπηρεσιών. Η σύνταξη έκθεσης επιτόπιου ελέγχου είναι υποχρεωτική σε περιπτώσεις εξωτερικής ανάθεσης, του άρθρου 36 παρ. 11 του ν. 2324/1995. Η έκθεση επιτόπιου ελέγχου περιλαμβάνει ιδίως, αναλυτική καταγραφή/αναφορά, ανά περίπτωση, των ενδεχόμενων ευρημάτων και συμπερασμάτων των προσώπων που διενεργούν τον επιτόπιο έλεγχο, ως προς τη διαπίστωση ή μη ενδεχόμενης παράβασης της νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά και οι τυχόν διαπιστώσεις ενσωματώνονται στην εισήγηση, για την ενδεχόμενη έναρξη διοικητικής διαδικασίας επιβολής κυρώσεων. Η έκθεση ελέγχου σε περιπτώσεις εξωτερικής ανάθεσης επισκοπείται και αξιολογείται από την αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα της ΕΚ, και εν συνεχεία τα ενδεχόμενα ευρήματα, συμπεράσματα και οι τυχόν διαπιστώσεις ενσωματώνονται στην εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσιακής μονάδας της ΕΚ.
6.4. Εισήγηση για την τυχόν έναρξη διοικητικής διαδικασίας επιβολής κυρώσεων 6.4.1. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου και την αξιολόγηση τυχόν λοιπών στοιχείων φακέλου συντάσσεται εισήγηση. Εφόσον υπάρξει ανάγκη ή κριθεί απαραίτητο δύναται να συνταχθεί εισήγηση και κατά τη διάρκεια της διενέργειας του ελέγχου. Στην εισήγηση περιλαμβάνονται τα εξής: (α) Το ιστορικό και η εντολή ελέγχου: ο αριθμός και η ημερομηνία της έγγραφης εντολής για τη διενέργεια του ελέγχου, τα ονόματα των προσώπων που διενήργησαν τον έλεγχο, περιλαμβανομένων και των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν, το σκοπό διενέργειας του ελέγχου, και τη χρονική περίοδο, που αφορά ο έλεγχος. (β) Ευρήματα που παραπέμπουν σε ενδεχόμενες παραβάσεις της νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά. (γ) Νομική βάση: Παράθεση των εφαρμοστέων διατάξεων, που ενδεχομένως έχουν παραβιαστεί (δ) Συμπεράσματα ως προς τη διαπίστωση ή μη παραβάσεων της νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά. 6.4.2. Η εισήγηση υπογράφεται αρμοδίως και υποβάλλεται στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής προς συζήτηση. Ακολουθεί η προβλεπόμενη διοικητική διαδικασία. |


