Ν 3340/2005: Προστασία Κεφαλαιαγοράς από πράξεις προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

 ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

 Αρθρο 3

 1. Απαγορεύεται σε πρόσωπα, τα οποία κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, όπως 
αυτές ορίζονται στο άρθρο 6:

 (α) λόγω της ιδιότητάς τους ως μελών των διοικητικών, διευθυντικών ή 
εποπτικών οργάνων εκδότη ή

 (β) λόγω της συμμετοχής τους στο κεφάλαιο εκδότη ή

 (γ) λόγω της πρόσβασης που έχουν στις πληροφορίες αυτές κατά την άσκηση της 
εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων τους ή

 (δ) λόγω των εγκληματικών δραστηριοτήτων τους, να χρησιμοποιούν τις 
πληροφορίες αυτές για να αποκτήσουν ή να διαθέσουν ή για να προσπαθήσουν να 
αποκτήσουν ή να διαθέσουν, για λογαριασμό τους ή για λογαριασμό τρίτων, 
αμέσως ή εμμέσως, χρηματοπιστωτικά μέσα στα οποία αφορούν οι πληροφορίες 
αυτές.

 2. Όταν το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι νομικό πρόσωπο, η 
απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο αυτό ισχύει και για τα φυσικά πρόσωπα 
που συμμετέχουν στη λήψη της απόφασης για τη διενέργεια της συναλλαγής για 
λογαριασμό του εν λόγω νομικού προσώπου.

 3. Η απαγόρευση του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζεται στις συναλλαγές που 
πραγματοποιούνται από πρόσωπο προς εκπλήρωση μιας απαιτητής υποχρέωσης για 
την απόκτηση ή διάθεση χρηματοπιστωτικών μέσων, όταν η υποχρέωση αυτή 
απορρέει από συμφωνία συναφθείσα πριν από την απόκτηση της προνομιακής 
πληροφορίας από το εν λόγω πρόσωπο.

 Αρθρο 4

 Απαγορεύεται στα πρόσωπα που υπόκεινται στην απαγόρευση του προηγούμενου 
άρθρου:

 (α) να ανακοινώνουν προνομιακή πληροφορία σε άλλοπρόσωπο, εκτός εάν τα 
πρόσωπα που υπόκεινται στην απαγόρευση ενεργούν στο σύνηθες πλαίσιο άσκησης 
της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων τους,

 (β) να συνιστούν σε άλλο πρόσωπο ή να το παρακινούν, βάσει προνομιακής 
πληροφορίας, να αποκτήσει ή να διαθέσει, το ίδιο ή μέσω άλλου, τα 
χρηματοπιστωτικά μέσα, στα οποία αφορά η πληροφορία αυτή.

Αρθρο 5

 Οι απαγορεύσεις των άρθρων 3 και 4 ισχύουν και για κάθε άλλο πρόσωπο, πέραν 
των προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, το οποίο κατέχει προνομιακή 
πληροφορία, εφόσον το πρόσωπο αυτό γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι 
πρόκειται για προνομιακή πληροφορία.

Αρθρο 6

 1. Μια πληροφορία θεωρείται "προνομιακή" εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι 
ακόλουθες προϋποθέσεις:

 (α) είναι συγκεκριμένη, δηλαδή:

 (αα) αφορά κατάσταση που υφίσταται ή που ευλόγως μπορεί να αναμένεται ότι θα 


υπάρξει ή γεγονός που έλαβε χώρα ή που ευλόγως μπορεί να αναμένεται ότι θα 
λάβει χώρα, και

 ββ) επιτρέπει τη συναγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την πιθανή επίπτωση αυτής 


της κατάστασης ή του γεγονότος στις τιμές χρηματοπιστωτικών μέσων ή των 
συνδεδεμένων με αυτά παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων,

 (β) δεν έχει δημοσιοποιηθεί,

 (γ) αφορά, άμεσα ή έμμεσα, έναν ή περισσότερους εκδότες ή ένα ή περισσότερα 
χρηματοπιστωτικά μέσα,

 (δ) η δημοσιοποίησή της θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την τιμή των 
χρηματοπιστωτικών μέσων που αφορά ή την τιμή των συνδεδεμένων με αυτά 
παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, δηλαδή πρόκειται για πληροφορία που ένας 
συνετός επενδυτής θα αξιολογούσε, μεταξύ άλλων, ως ουσιώδη κατά τη λήψη των 
επενδυτικών του αποφάσεων.

 2. "Προνομιακές πληροφορίες" σχετικά με παράγωγα μέσα επί εμπορευμάτων 
νοούνται πληροφορίες που:

 (α) είναι συγκεκριμένες,

 (β) δεν έχουν δημοσιοποιηθεί,

 (γ) αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω παράγωγα μέσα 
και

 (δ) θα αναμενόταν να λάβουν οι συμμετέχοντες στις αγορές, στις οποίες 
γίνεται διαπραγμάτευση αυτών των παράγωγων μέσων, σύμφωνα με τις αποδεκτές 
πρακτικές που ισχύουν στις αγορές αυτές, εφόσον οι πληροφορίες αυτές:

 αα) τίθενται σε τακτική βάση στη διάθεση των συμμετεχόντων στις αγορές αυτές 


ή

 ββ) πρέπει να γνωστοποιούνται δυνάμει των ισχυουσών νομοθετικών ή 
κανονιστικών διατάξεων, των κανόνων της αγοράς ή των σχετικών συμβατικών 
υποχρεώσεων ή σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη της αγοράς του υποκείμενου 
εμπορεύματος ή της αγοράς των παράγωγων μέσων επί εμπορευμάτων.

 3. Για τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση 
συναλλαγών, ως "προνομιακές πληροφορίες" νοούνται και οι πληροφορίες που 
σωρευτικά:

 (α) διαβιβάζονται από πελάτη,

 (β) σχετίζονται με τις εκκρεμείς εντολές του,

 (γ) έχουν συγκεκριμένο χαρακτήρα,

 (δ) συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με έναν ή περισσότερους εκδότες ή με ένα ή 
περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα και

 (ε) εάν δημοσιοποιούνταν θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά την τιμή αυτών 


των χρηματοπιστωτικών μέσων ή την τιμή των συνδεδεμένων με αυτά παράγωγων 
χρηματοπιστωτικών μέσων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

 ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

 Αρθρο 7

 1. Απαγορεύεται η χειραγώγηση της αγοράς.

 2. Ως "χειραγώγηση της αγοράς" νοούνται:

 (α) συναλλαγές ή εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών, με τις οποίες 
δίδονται ή είναι πιθανόν ότι θα δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για 


την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή χρηματοπιστωτικού μέσου ή με τις οποίες 
διαμορφώνεται, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ενεργούν από κοινού, η τιμή 
ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, 


εκτός εάν το πρόσωπο που κατήρτισε τις συναλλαγές ή το πρόσωπο για λογαριασμό 


του οποίου καταρτίσθηκαν οι συναλλαγές ή το πρόσωπο που έδωσε τις εντολές για 


τη διενέργεια συναλλαγών αποδεικνύει ότι οι συναλλαγές αυτές καταρτίσθηκαν ή 
ότι έδωσε τις εντολές για τη διενέργεια των συναλλαγών αυτών για θεμιτούς 
λόγους και ότι οι συναλλαγές ή εντολές είναι σύμφωνες με τις αποδεκτές 
πρακτικές της σχετικής αγοράς,

 (β) συναλλαγές ή εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών, οι οποίες 
συνδυάζονται με / ή συνιστούν παραπλανητικές μεθοδεύσεις ή άλλο τέχνασμα, (γ) 


η διάδοση δια των μέσων μαζικής ενημέρωσης και του διαδικτύου ή με 
οποιοδήποτε άλλο μέσο πληροφοριών, οι οποίες δίνουν ή είναι πιθανόν να δώσουν 


ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα ή φημών ή 


παραπλανητικών ειδήσεων, εάν ο διαδίδων γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι οι 
πληροφορίες, οι φήμες ή οι ειδήσεις αυτές ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές. Όσον 


αφορά τους δημοσιογράφους, όταν ενεργούν στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους 
ιδιότητας, η διάδοση πληροφοριών κρίνεται με βάση τους κανόνες του 
επαγγέλματός τους, εκτός εάν οι δημοσιογράφοι αντλούν, άμεσα ή έμμεσα, οφέλη 
ή κέρδη από τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών.

 3. Συμπεριφορές που συνιστούν χειραγώγηση της αγοράς κατά την έννοια των 
παραγράφων 1 έως 2 αποτελούν ενδεικτικά οι εξής:

 (α) η συμπεριφορά, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που δρουν συντονισμένα, η 
οποία οδηγεί στην εξασφάλιση δεσπόζουσας θέσης επί της προσφοράς ή της 
ζήτησης ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, με αποτέλεσμα τον άμεσο ή έμμεσο 
τεχνητό προσδιορισμό της τιμής αγοράς ή της τιμής πώλησης ή τη δημιουργία 
αθέμιτων συνθηκών στις συναλλαγές,

 (β) η αγορά ή πώληση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου κατά την περίοδο 
διαμόρφωσης της τιμής κλεισίματος της αγοράς με αποτέλεσμα την παραπλάνηση 
των επενδυτών που ενεργούν βάσει της τιμής αυτής,

 (γ) η εκμετάλλευση της περιστασιακής ή τακτικής πρόσβασης στα μέσα μαζικής 
ενημέρωσης, περιλαμβανομένου του διαδικτύου, για τη διατύπωση γνώμης είτε 
άμεσα για ένα χρηματοπιστωτικό μέσο είτε έμμεσα για τον εκδότη του, ενώ ο 
εκφέρων τη γνώμη έχει επενδύσει, ο ίδιος ή μέσω τρίτου, στο εν λόγω 
χρηματοπιστωτικό μέσο και εν συνεχεία αντλεί, άμεσα ή έμμεσα, όφελος από τον 
αντίκτυπο που έχει η γνώμη αυτή στην τιμή του χρηματοπιστωτικού μέσου, εφόσον 


δεν έχει δημοσιοποιηθεί ταυτόχρονα με τη διατύπωση της γνώμης η συγκεκριμένη 
σύγκρουση συμφερόντων με σαφήνεια και ευκρίνεια,

 (δ) η διάδοση ψευδών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών από μέλη του 
διοικητικού συμβουλίου εταιριών, μέσω των ετήσιων ή περιοδικών οικονομικών 
καταστάσεων, των ενημερωτικών δελτίων ή άλλων δημοσιευμάτων.

 4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 
καθορίζονται κριτήρια και ενδείξεις βάσει των οποίων θα εξετάζεται κατά πόσον 


συγκεκριμένη συμπεριφορά ενδέχεται να συνιστά χειραγώγηση της αγοράς στο 
πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου αυτού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα εκτελεστικά 
μέτρα της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Αρθρο 8

 Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις πράξεις που διενεργούνται κατά την άσκηση 


νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή πολιτικής διαχείρισης δημόσιου 
χρέους από κράτη μέλη, από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, από τις 
εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατώνμελών ή από οποιοδήποτε όργανο επίσημα 
εξουσιοδοτημένο για τους σκοπούς αυτούς ή από οποιονδήποτε ενεργούντα για 
λογαριασμό τους.

 Η εξαίρεση του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται στις πράξεις που 
διενεργούνται από την εταιρία "Δημόσια Επιχείρηση Κινητών Αξιών Ανώνυμη 
Εταιρία" ("Δ.Ε.Κ.Α. Α.Ε.") του ν. 2526/1997 (ΦΕΚ 205 Α΄).

Αρθρο 9

 Οι απαγορεύσεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται στις πράξεις επί ιδίων 
μετοχών, που διενεργούνται στο πλαίσιο προγραμμάτων αγοράς ιδίων μετοχών, 
ούτε στις πράξεις σταθεροποίησης ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, εφόσον οι 
σχετικές συναλλαγές διενεργούνται σύμφωνα με τον Κανονισμό 2273/2003 της 
Επιτροπής, Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 336/33 23.12.2003.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

 ΠΡΟΛΗΠTΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

 Αρθρο 10

 1. Οι εκδότες υποχρεούνται να δημοσιοποιούν χωρίς υπαίτια βραδύτητα τις 
προνομιακές πληροφορίες που τους αφορούν άμεσα.

 2. Οι εκδότες υποχρεούνται να διατηρούν ιστοσελίδα στο διαδίκτυο και να 
εμφανίζουν σε αυτή, για τουλάχιστον έξι (6) μήνες, κάθε προνομιακή 
πληροφορία, την οποία δημοσιοποιούν σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.

Αρθρο 11

 1. Εκδότης μπορεί υπ` ευθύνη του, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αναβάλει 
προσωρινά τη δημοσιοποίηση μιας προνομιακής πληροφορίας προκειμένου να μη 
βλάψει νόμιμο συμφέρον του, εφόσον η αναβολή αυτή δεν ενέχει κίνδυνο 
παραπλάνησης του επενδυτικού κοινού και εφόσον ο εκδότης μπορεί να 
διασφαλίσει ότι η εν λόγω πληροφορία θα παραμείνει εμπιστευτική για όσο 
διάστημα διαρκεί η αναβολή δημοσιοποίησης.

 2. Όποτε, σε περίπτωση αναβολής δημοσιοποίησης προνομιακής πληροφορίας 
σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, εκδότης ή πρόσωπο που ενεργεί ως άμεσος 
ή έμμεσος αντιπρόσωπός του, ανακοινώνει εκ προθέσεως προνομιακή πληροφορία σε 


τρίτο, εφόσον ο εκδότης ή ο αντιπρόσωπός του ενεργεί στο σύνηθες πλαίσιο 
άσκησης της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του, ο εκδότης 
υποχρεούται να δημοσιοποιήσει με πληρότητα και ευκρίνεια την πληροφορία αυτή 
ταυτόχρονα με την ανακοίνωση στον τρίτο. Εάν η ανακοίνωση έγινε άνευ 
προθέσεως, ο εκδότης υποχρεούται να δημοσιοποιήσει άμεσα την εν λόγω 
πληροφορία.

 3. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται εάν ο λήπτης 
της πληροφορίας υπέχει έναντι του εκδότη υποχρέωση να τηρεί την πληροφορία 
εμπιστευτική, ανεξάρτητα από το εάν η υποχρέωση αυτή είναι συμβατική ή 
προκύπτει εκ του νόμου ή από κανονιστική πράξη και για όσο διάστημα η εν λόγω 
πληροφορία παραμένει εμπιστευτική.

Αρθρο 12

 Οι εκδότες υποχρεούνται να καταρτίζουν κατάλογο των προσώπων που απασχολούν 
είτε με σύμβαση εργασίας είτε άλλως και τα οποία έχουν πρόσβαση σε 
προνομιακές πληροφορίες. Οι εκδότες ενημερώνουν τον κατάλογο σε κάθε 
περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που περιλαμβάνει. Οι εκδότες υποχρεούνται 
να θέτουν τον κατάλογο στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αμέσως μόλις 
αυτή το ζητήσει.


Αρθρο 13

 1. Τα πρόσωπα που ασκούν διευθυντικά καθήκοντα σε εκδότη και οι έχοντες 
στενό δεσμό με αυτά τα πρόσωπα οφείλουν να γνωστοποιούν στον εκδότη τις 
συναλλαγές που διενεργούνται για δικό τους λογαριασμό και αφορούν μετοχές που 


εκδίδονται από τον ανωτέρω εκδότη ή παράγωγα ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα που 


είναι συνδεδεμένα με αυτές.

 2. Ο εκδότης οφείλει να διαβιβάζει τη γνωστοποίηση της παραπάνω παραγράφου 
στο επενδυτικό κοινό και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 3. Ο εκδότης οφείλει να καταρτίζει κατάλογο των υπόχρεων προσώπων της 
παραγράφου 1 και να τον υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Ο εκδότης 
ενημερώνει τον κατάλογο σε κάθε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που 
περιλαμβάνει και τον υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.


Αρθρο 14

 Πρόσωπα τα οποία:

 (α) εκπονούν ή καθιστούν προσιτές στο κοινό αναλύσεις σχετικά με 
χρηματοπιστωτικά μέσα ή με εκδότες, με τις οποίες συνιστάται ή προτείνεται 
μια επενδυτική στρατηγική ή

 (β) εκπονούν ή καθιστούν προσιτές στο κοινό συστάσεις ή προτάσεις 
επενδυτικής στρατηγικής, διαφορετικές από αυτές της περίπτωσης (α), οι οποίες 
προορίζονται για δημοσιοποίηση είτε μέσω διαύλων επικοινωνίας είτε απευθείας 
προς το κοινό, υποχρεούνται να εξασφαλίζουν την ορθή παρουσίασή τους και να 
γνωστοποιούν τα συμφέροντά τους ή και συγκρούσεις συμφερόντων αναφορικά με τα 
χρηματοπιστωτικά μέσα ή τους εκδότες που αποτελούν το αντικείμενο των εν λόγω 
αναλύσεων, συστάσεων ή προτάσεων.

Αρθρο 15

 Οι διαχειριστές των αγορών υποχρεούνται να διαθέτουν αποτελεσματικούς 
μηχανισμούς και διαδικασίες για την αποτροπή και τον άμεσο εντοπισμό 
περιπτώσεων κατάχρησης της αγοράς, καθώς επίσης υποχρεούνται να αναφέρουν 
στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αμέσως τις περιπτώσεις για τις οποίες ευλόγως 
υποπτεύονται ότι γίνεται κατάχρηση της αγοράς, γνωστοποιώντας όλες τις 
σχετικές πληροφορίες και παρέχοντας κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διερεύνησή 
τους.

Αρθρο 16

 Τα πρόσωπα που εκδίδουν στατιστικά στοιχεία τα οποία μπορεί να έχουν 
σημαντικό αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές αγορές οφείλουν να εκδίδουν τα 
στοιχεία αυτά με αντικειμενικό και διαφανή τρόπο.


Αρθρο 17

 Τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση συναλλαγών 
υποχρεούνται να ειδοποιούν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όταν υπάρχουν σοβαρές 
υπόνοιες, ότι συναλλαγές που έχουν καταρτισθεί θα μπορούσαν να συνιστούν 
κατάχρηση της αγοράς.

 Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει ειδοποιήσεις κατά την έννοια του 
παρόντος άρθρου προερχόμενες από πιστωτικά ιδρύματα, τις διαβιβάζει και στην 
Τράπεζα της Ελλάδος.


 Αρθρο 18

 1. Τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση συναλλαγών 
υποχρεούνται να καταγράφουν και να αρχειοθετούν όλες τις εντολές που δίνουν 
πελάτες τους για κατάρτιση συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων, και ιδίως 
να ηχογραφούν τις εντολές που δίδονται τηλεφωνικώς, καθώς και να αποθηκεύουν 
τις εντολές που δίδονται μέσω τηλεομοιοτυπίας ή ηλεκτρονικού μέσου, όπως το 
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή το διαδίκτυο.

 2. Η καταγραφή και αρχειοθέτηση των πιο πάνω εντολών πρέπει να γίνεται με 
τρόπο που να διασφαλίζει την αξιοπιστία, την ακρίβεια και την πληρότητά των 
καταγεγραμμένων στοιχείων, τη δυνατότητα ευχερούς αναπαραγωγής των 
καταγεγραμμένων στοιχείων εγγράφως ή σε ηλεκτρονικό ή μαγνητικό μέσο, καθώς, 
επίσης, να επιτρέπει την ευχερή πρόσβαση και έρευνα των καταγεγραμμένων 
στοιχείων και την ασφαλή αποθήκευσή τους.

 3. Τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση συναλλαγών 
υποχρεούνται να τηρούν για «πέντε (5) τουλάχιστον έτη», τουλάχιστον σε ηχητική μορφή, τις 
τηλεφωνικές συνομιλίες που καταγράφουν σύμφωνα με την παράγραφο 1, 
προσδιορίζοντας επακριβώς την ταυτότητα του εντολέα.

*** Οι λέξεις «ένα (1) έτος» του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 
       αντικαταστάθηκαν με τις λέξεις «πέντε (5) τουλάχιστον έτη»,ως άνω, 
       με το άρθρο 15 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

 Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να διατάξει τη διατήρηση των 
στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου για πρόσθετη περίοδο που δεν μπορεί να 
υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, εφόσον διενεργείται έρευνα για κατάχρηση της 
αγοράς.

 Τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση συναλλαγών 
υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τις 
καταγεγραμμένες συνομιλίες, καθώς και να απομαγνητοφωνούν και να θέτουν στη 
διάθεσή της εγγράφως και σε ηχητική μορφή και στην έκταση που εκείνη θα 
προσδιορίζει σε κάθε περίπτωση, τις τηλεφωνικές συνομιλίες που καταγράφουν 
σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 4. Τα πρόσωπα που ηχογραφούν εντολές για την κατάρτιση συναλλαγών σε 
χρηματοπιστωτικά μέσα οι οποίες δίνονται τηλεφωνικώς οφείλουν να ενημερώνουν 
τους καλούντες, κατά την έναρξη της τηλεφωνικής συνομιλίας, ότι η τηλεφωνική 
συνομιλία καταγράφεται για λόγους προστασίας των συναλλαγών. Επίσης οφείλουν, 
σε κάθε περίπτωση, να περιλαμβάνουν στη σύμβαση που συνάπτουν με τους πελάτες 


τους σαφή όρο ότι όλες οι εντολές που διαβιβάζονται τηλεφωνικά καταγράφονται 
και αρχειοθετούνται για λόγους προστασίας των συναλλαγών, καθώς και ότι 
τίθενται, εφόσον τούτο ζητηθεί, στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 5. Οι υποχρεώσεις των παραγράφων 2 και 3 εξακολουθούν να ισχύουν και σε κάθε 
περίπτωση που τα πρόσωπα τα οποία διαμεσολαβούν κατ` επάγγελμα στην κατάρτιση 
συναλλαγών είτε έχουν αναστείλει προσωρινά τη λειτουργία τους είτε έχουν 
παύσει τη λειτουργία τους καθ` οιονδήποτε τρόπο.